dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
κρανίου τόπος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
lebensfeindliche Gegend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κρανίου τόπος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schädelstätte
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κρανίου τόπος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wüstenei
Ⓦ
Ⓖ
…